αὐξηρός

From LSJ
Revision as of 12:19, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_7)

Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art

Menander, Monostichoi, 478
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αὐξηρός Medium diacritics: αὐξηρός Low diacritics: αυξηρός Capitals: ΑΥΞΗΡΟΣ
Transliteration A: auxērós Transliteration B: auxēros Transliteration C: afksiros Beta Code: au)chro/s

English (LSJ)

όν, dub. l. in Nic.Al. 588.

Greek (Liddell-Scott)

αὐξηρός: -όν, εἰ ἡ γραφὴ ἔχει ὑγιῶς ἐν Νικάνδρ. Ἀλεξιφ. 588, πρέπει να σημαίνῃ τὸν τελείως ηὐξημένον, «τὸν μέγαν» ὡς ἑρμηνεύει καὶ ὁ Σχολ., ἀλλ’ ἴσως ἦτο αὖ ξηρῶν, διότι ὁ Σχολιαστ. προστίθησι καὶ τὴν ἑρμηνείαν «ἢ ξηρῶν, τῶν αὐχμηρῶν».

Spanish (DGE)

-όν que crece δόνακες Nic.Al.588.