βιαιότης
From LSJ
Ἐπ' ἀνδρὶ δυστυχοῦντι μὴ πλάσῃς κακόν → Miseri miseriae ne quid affingas mali → Vermehre nicht dem Unglücksraben noch sein Leid
English (LSJ)
ητος, ἡ,
A violence, β. καὶ παρανομία Antipho 5.8, And.4.10, cf. Lys.23.11.
German (Pape)
[Seite 444] ητος, ἡ, Gewaltthätigkeit, Antiph. 5, 8; Andoc. 4, 10 u. Folgde.
Greek (Liddell-Scott)
βιαιότης: -ητος, ἡ, σφοδρότης, ἀνάγκη, βία, Ἀντιφῶν 130. 16, Ἀνδοκ. 30. 17.
Spanish (DGE)
-ητος, ἡ
violencia β. καὶ παρανομία Antipho 5.8, And.4.10, cf. Lys.23.11, Plu.2.565d.