dilatador
From LSJ
τῷ οὖν τόξῳ ὄνομα βίος, ἔργον δὲ θάνατος → the bow is called life, but its work is death (Heraclitus)
Spanish > Greek
ἀναστομωτικός, διαστολεύς, διαστομωτρίς, διαστόλιον, διαστολίδιν, διόπτρα, διασταλτικός
τῷ οὖν τόξῳ ὄνομα βίος, ἔργον δὲ θάνατος → the bow is called life, but its work is death (Heraclitus)
ἀναστομωτικός, διαστολεύς, διαστομωτρίς, διαστόλιον, διαστολίδιν, διόπτρα, διασταλτικός