productivo
From LSJ
Δειναὶ γὰρ αἱ γυναῖκες εὑρίσκειν τέχνας → Multum struendas mulier ad fraudes valet → Intrigen zu ersinnen ist die Frau geschickt
Spanish > Greek
ἐνεργός, ἀλφιτηρός, γεννητικός, ἔμφορος, ἀποτελεσματικός, ἐνεργής, ἀποτελεστικός, αὐξητικός, αὔξιμος, γόνιμος, ἐνάρετος