Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrum → Gewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick
Full diacritics: Κοραγοί | Medium diacritics: Κοραγοί | Low diacritics: Κοραγοί | Capitals: ΚΟΡΑΓΟΙ |
Transliteration A: Koragoí | Transliteration B: Koragoi | Transliteration C: Koragoi | Beta Code: *koragoi/ |
οἱ, celebrants of the Κοράγια, IG 5(2).265.27.
Κοραγοί, οἱ (Α)
οι ιερείς που τελούσαν την εορτή τών Κοραγίων.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Κόρη (προσωνυμία της Περσεφόνης) + -αγοί, πληθ. του -αγός (< ἀγός < ἄγω), πρβλ. λοχ-αγός, στρατ-αγός].