Περγαμηνός
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
de Pergame.
Étymologie: Πέργαμος.
Russian (Dvoretsky)
Περγᾰμηνός: пергамский Diod. etc.