Πριέπιος

From LSJ

γλυκύ δ᾽ἀπείρῳ πόλεμος, πεπειραμένων δέ τις ταρβεῖ προσιόντα, νιν καρδίᾳ περισσῶς → A sweet thing is war to the inexperienced, but anyone who has tasted it trembles at its approach, exceedingly, in his heart (Pindar, for the Thebans, fr. 110)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Πριέπιος Medium diacritics: Πριέπιος Low diacritics: Πριέπιος Capitals: ΠΡΙΕΠΙΟΣ
Transliteration A: Priépios Transliteration B: Priepios Transliteration C: Priepios Beta Code: *prie/pios

English (LSJ)

(sc. μήν), ὁ, a month in Bithynia, prob. in Hemerolog.Flor.

Greek Monolingual

και Πριέτειος και Πριέτηος, ὁ, Α
ονομασία μήνα στη Βιθυνία.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Πρίετος ή Πρείετος, θεός στη Βιθυνία. Η λ. Πριέπιος πιθ. από σύγχυση τών τ. Πρίετος και Πρίαπος.