έξωση

From LSJ

Ἡ γλῶσσ' ἁμαρτάνουσα τἀληθῆ λέγει → Inesse linquae veritas lapsae solet → Die Zunge, wenn sie in die Irre geht, spricht wahr

Menander, Monostichoi, 228

Greek Monolingual

η (AM ἔξωσις) εξωθώ
βίαιη αποβολή ή εκδίωξη
μσν.- νεοελλ.
(για ηγεμόνες και αρχιερείς) εκθρόνιση
νεοελλ.
1. αποβολή του μισθωτή από ακίνητο με δικαστική απόφαση
2. απέλαση αλλοδαπών
αρχ.
(για μέλη του σώματος) εξάρθρωση.