αέτωμα

From LSJ

ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς → sufficient unto the day is the evil thereof, each day has enough trouble of its own, there is no need to add to the troubles each day brings (Matthew 6:34)

Source

Greek Monolingual

το (Α ἀέτωμα) ἀετός
η τριγωνική επίστεψη τών στενών πλευρών του αρχαίου ελληνικού ναού, η οποία σχηματίζεται από την κορνίζα της οροφής και της αμφίκλινης στέγης
αρχ.
το τρίγωνο της οροφής σπιτιού.