αθέρμαστος

From LSJ

πατρὶς γάρ ἐστι πᾶσ' ἵν' ἂν πράττῃ τις εὖ → homeland is where life is good | homeland is where it is good | ubi bene, ibi patria

Source

Greek Monolingual

-η, -ο θερμαίνω
1. αυτός που δεν θερμάνθηκε ή δεν θερμαίνεται, ο αθέρμαντος
2. ο αζεμάτιστος, ο αθέρμιστος
3. αυτός που δεν εχει πυρετό, απύρετος.