ανάνιος

From LSJ

βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμιςAristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise

Source

Greek Monolingual

ἀνάνιος, -ον (Α)
αυτός που δεν προξενεί πόνο ή θλίψη
κατά τον Ησύχιο «αβλαβής, άλυπος, υπερήφανος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀν-στερ. + ἄνιος «ανιαρός»].