Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ανήνεμος

From LSJ

Καλὸν τὸ νικᾶν ἀλλ' ὑπερνικᾶν κακόν → Vincere bonum est: ultra fas vincere lubricum → Schön ist zu siegen, übermäßig siegen schlecht

Menander, Monostichoi, 299

Greek Monolingual

ἀνήνεμος, -ον (Α)
1. αυτός που δεν τον χτυπά ο άνεμος, γαλήνιος, ήσυχος
2. αθόρυβος, χωρίς φασαρίες.