Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αναδημιουργία

From LSJ

Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace

Theocritus, Idylls, 30.3

Greek Monolingual

η
1. η εκ νέου δημιουργία
2. αναγέννηση
3. ανασχηματισμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νεώτ. λόγ. σύνθετο < αναδημιουργώ.
ΠΑΡ. αναδημιουργικός].