ανασύσταση
From LSJ
Βίου δικαίου γίγνεται τέλος καλόν → Vitae colentis aequa, pulcher exitus → Ein Leben, das gerecht verläuft, das endet schön
Greek Monolingual
η
νέα σύσταση, ανασυγκρότηση, επανίδρυση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανασυσταίνω. Η λ. μαρτυρείται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος].