αντιμήνσιο

From LSJ

διήλθομεν διὰ πυρὸς καὶ ὕδατος → we went through fire and water, we have gone through fire and water

Source

Greek Monolingual

κ. αντιμήσι, το (Μ ἀντιμήνσιον κ. -μίσιον)
τετράγωνο καθαγιασμένο ύφασμα με την παράσταση της ταφής του Κυρίου, το οποίο απλώνεται πάνω στην Αγία Τράπεζα ή την αντικαθιστά κατά την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο σύνθετο < αντί + λατ. mensa «τραπέζι»].