αντιπροσωπεύω

From LSJ

ὄρνιθι γὰρ καὶ τὴν τότ᾽ αἰσίῳ τύχην παρέσχες ἡμῖν → for it was by a good omen that you provided that past fortune to us

Source

Greek Monolingual

1. είμαι αντιπρόσωπος κάποιου, παρίσταμαι ή ενεργώ εξ ονόματος του και για λογαριασμό του
2. έχω τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός συνόλου στο οποίο ανήκω.