εἰς πέλαγος σπέρµα βαλεῖν καὶ γράµµατα γράψαι ἀµφότερος µόχθος τε κενὸς καὶ πρᾶξις ἄκαρπος → throwing seeds and writing letters at sea are both a vain and fruitless endeavor
ἀπαντλῶ (-έω) (Α)
1. ανασύρω, σηκώνω, αφαιρώ
2. ελαττώνω, ελαφρύνω, ανακουφίζω.