αποπερατώνω Search Google

From LSJ

πᾶσα σοφία παρὰ Κυρίου καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἐστιν εἰς τὸν αἰῶνα → all wisdom comes from the Lord, she is with him for ever

Source

Greek Monolingual

(AM ἀποπερατῶ, -όω, Μ (κ. -περατίζω κ. -περαιώ, -όω)
τελειώνω, αποτελειώνω κάτι που έχει αρχίσει.