απόγνωση
From LSJ
παρθενικὴν δὲ γαμεῖν, ἵνα ἤθεα κεδνὰ διδάξῃς → take thee a maiden to wife, and teach her ways of discretion
Greek Monolingual
η (AM ἀπόγνωσις) απογιγνώσκω
απελπισία
μσν.- νεοελλ.
παραπλάνηση, ξεγέλασμα.
παρθενικὴν δὲ γαμεῖν, ἵνα ἤθεα κεδνὰ διδάξῃς → take thee a maiden to wife, and teach her ways of discretion
η (AM ἀπόγνωσις) απογιγνώσκω
απελπισία
μσν.- νεοελλ.
παραπλάνηση, ξεγέλασμα.