οἰκτίστῳ θανάτῳ εἵμαρτο ἁλῶναι → it was fated that you would be taken by the most miserable death, it has been decreed that thou shouldst be cut off by a most piteous death
ἀρίσταρχος, ο (Α)
(επίθ. του Διός) αυτός που κυβερνά με τον καλύτερο τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άριστος + αρχός («αρχηγός») < άρχω].