αριστοπραξία
From LSJ
οἴνῳ τὸν οἶνον ἐξελαύνειν → chase out the wine with wine, take a hair of the dog that bit you, try to drive out the wine with wine
ἀριστοπραξία, η (Μ)
ο άριστος τρόπος ενέργειας, το να κάνει κανείς κάτι με τον καλύτερο τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άριστος + -πραξία < πράξις < πράττω.