αρχήθεν

From LSJ

ξένους ξένιζε, καὶ σὺ γὰρ ξένος γ' ἔσῃ → be hospitable to guests; you too will be a guest

Source

Greek Monolingual

ἀρχῆθεν (AM) αρχή
από την αρχή, από παλιά.