αρχιεπιστολεύς

From LSJ

οὐ βούλομαι δυσχερὲς εἰπεῖν οὐδὲν ἀρχόμενος τοῦ λόγου, οὗτος δ' ἐκ περιουσίας μου κατηγορεῖ → for me—but I wish to say nothing untoward at the beginning of my speechwhereas he prosecutes me from a position of advantage | but for me—I do not wish to say anything harsh at the beginning of the speech, but he prosecutes me from a position of strength

Source

Greek Monolingual

ο
θέση (και όχι βαθμός) αξιωματικού (συνήθως κατά ένα βαθμό κατώτερος του αρχηγού στόλου ή ναυτικής μονάδας) ο οποίος είναι επικεφαλής του επιτελείου.