ασφυξία
From LSJ
Πένης ὑπάρχων μὴ φρόνει τὰ πλουσίων → In paupertate spiritus fuge divitum → Als Armer pflege nicht der Reichen Denkungsart
Πένης ὑπάρχων μὴ φρόνει τὰ πλουσίων → In paupertate spiritus fuge divitum → Als Armer pflege nicht der Reichen Denkungsart
η (Α ἀσφυξία) άσφυκτος
δυσχέρεια ἡ διακοπή της αναπνευστικής λειτουργίας, που προέρχεται από έλλειψη οξυγόνου και περίσσεια διοξειδίου του άνθρακα.