βροντοχτυπώ

From LSJ

τιμήσεσθαι τοιούτου τινὸς ἐμαυτῷ → estimate the penalty for myself at so high a rate

Source

Greek Monolingual

1. χτυπάω δυνατά, θορυβώ
2. χτυπάω κάποιον με πάταγο καταγής.