γαλακτοῦχος

From LSJ

οὐκ ἔστι λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά → there are no pacts between lions and men, between lions and men there are no oaths of faith, there can be no covenants between men and lions

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γᾰλακτοῦχος Medium diacritics: γαλακτοῦχος Low diacritics: γαλακτούχος Capitals: ΓΑΛΑΚΤΟΥΧΟΣ
Transliteration A: galaktoûchos Transliteration B: galaktouchos Transliteration C: galaktoychos Beta Code: galaktou=xos

English (LSJ)

γαλακτοῦχον, (ἔχω) having milk or sucking milk, Poll.3.50.

German (Pape)

[Seite 471] Milch habend, Milch säugend, Poll. 3, 50.

Greek (Liddell-Scott)

γᾰλακτοῦχος: -ον, (ἔχω) ὁ ἔχων γάλα, ὁ γάλακτι τρέφων, Πολυδ. Γ΄, 50.

Greek Monolingual

-ο (Α γαλακτοῦχος, -ον)
νεοελλ.
αυτός που περιέχει γάλα
αρχ.
(για μητέρα ή τροφό) αυτή που έχει γάλα για να θηλάσει το νεογνό της.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γάλα(-κτος) + -ουχος < έχω].