γεωμαντεία

From LSJ

οὐκ ἔστιν αἰσχρὸν ἀγνοοῦντα μανθάνειν → there is no shame in, not knowing, inquiring

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γεωμαντεία Medium diacritics: γεωμαντεία Low diacritics: γεωμαντεία Capitals: ΓΕΩΜΑΝΤΕΙΑ
Transliteration A: geōmanteía Transliteration B: geōmanteia Transliteration C: geomanteia Beta Code: gewmantei/a

English (LSJ)

ἡ, geomancy, Varr. ap. Isid.8.9.13: Subst. γεώμαντις, εως, ὁ, Id. ap. Serv.Virg.A.3.359.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
• Alolema(s): lat. geomantia
geomancia Varro en Isid.Etym.8.9.13.

Greek (Liddell-Scott)

γεωμαντεία: ἡ, μαντεία ἐκ τῆς γῆς, Varro παρ’ Ἰσιδώρ. Origin. 8. 9, 13.

Greek Monolingual

η (Α γεωμαντεία)
είδος μαντευτικής που χρησιμοποιεί ως μέσο τους σχηματισμούς της επιφάνειας της γης.