γεύστης

From LSJ

Διάλυε, μὴ σύγκρουε μαχομένους φίλους → Iurgia amicorum solvas, haud intenderis → Den Streit von Freunden schlichte, fache ihn nicht an

Menander, Monostichoi, 122
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γεύστης Medium diacritics: γεύστης Low diacritics: γεύστης Capitals: ΓΕΥΣΤΗΣ
Transliteration A: geústēs Transliteration B: geustēs Transliteration C: geystis Beta Code: geu/sths

English (LSJ)

γεύστου, ὁ, taster, CIG2214.8 (Chios).

Spanish (DGE)

-ου, ὁ degustador Gr.Naz.M.47.659.

German (Pape)

[Seite 487] ὁ, der Kostende, Inscr. 2 p. 201, 8.

Greek (Liddell-Scott)

γεύστης: -ου, ὁ, ὁ γευόμενος, Συλλ. Ἐπιγρ. 2214. 8.

Greek Monolingual

γεύστης, ο (Α) γεύομαι
αυτός που γεύεται ή δοκιμάζει κάτι, ο δοκιμαστής.