γραμματοειδής
From LSJ
Δυσαμένη δὲ κάρηνα βαθυκνήμιδος ἐρίπνης / Δελφικὸν ἄντρον ἔναιε φόβῳ λυσσώδεος Ἰνοῦς (Nonnus, Dionysiaca 9.273f.) → Having descended from the top of a deep-greaved cliff, she dwelt in a cave in Delphi, because of her fear of raving/raging Ino.
English (LSJ)
γραμματοειδές, line-like, διαφύσεις Sch.Il.21.169.
Spanish (DGE)
-ές
en forma de línea τῶν ξύλων τὰς γραμματοειδεῖς διαφύσεις Sch.Er.Il.21.169.
German (Pape)
[Seite 504] ές, wie Buchstaben, Schol. Il. 21, 169.