ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
-η, -οαυτός που δεν έχει φύλλα.[ΕΤΥΜΟΛ. < γυμνός + φύλλο(ν). Η λ. μαρτυρείται το 1893 από τον Γρηγ. Ξενόπουλο στην εφημερίδα Εστία].