δασοπονία
From LSJ
ὕδωρ δὲ πίνων οὐδὲν ἂν τέκοι σοφόν → by drinking water you would never create anything great
Greek Monolingual
η
η δασική οικονομία, η συστηματική μέριμνα και εκμετάλλευση του δάσους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου (πρβλ. γερμ. Forstwissenschaft). Η λ. μαρτυρείται το 1891 από τον Νικ. Χλωρό στο περιοδικό Προμηθεύς.