δικαιοπραγώ
From LSJ
Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art
Greek Monolingual
δικαιοπραγῶ (-έω) (Α) δικαιοπραγία
απονέμω δικαιοσύνη, ενεργώ δίκαια.
Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art
δικαιοπραγῶ (-έω) (Α) δικαιοπραγία
απονέμω δικαιοσύνη, ενεργώ δίκαια.