δικαϊκός
From LSJ
Τιμώμενοι γὰρ πάντες ἥδονται βροτοί → Omnes enim homines honorari expetunt → Denn alle Menschen sehen sich recht gern geehrt
English (LSJ)
δικαϊκή, δικαϊκόν, inclined to justice, διάθεσις M.Ant.5.34.
German (Pape)
[Seite 626] (Eust. δικαιϊκός), = δίκαιος, M. Anton. 5, 34.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
c. δίκαιος.