διχάμετρος

From LSJ

διάνοια, ἐὰν ἐρευνᾷς τοὺς ἱεροφαντηθέντας λόγους μὲν θεοῦ, νόμους δὲ ἀνθρώπων θεοφιλῶν, οὐδὲν ταπεινὸν οὐδ᾽ ἀνάξιον τοῦ μεγέθους αὐτῶν ἀναγκασθήσῃ παραδέχεσθαι → if, O my understanding, thou searchest on this wise into the oracles which are both words of God and laws given by men whom God loves, thou shalt not be compelled to admit anything base or unworthy of their dignity

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δῐχάμετρος Medium diacritics: διχάμετρος Low diacritics: διχάμετρος Capitals: ΔΙΧΑΜΕΤΡΟΣ
Transliteration A: dichámetros Transliteration B: dichametros Transliteration C: dichametros Beta Code: dixa/metros

English (LSJ)

διχάμετρον, to explain διάμετρος, Arist.Pr.910b20.

Spanish (DGE)

-ον
que divide en dos partes, γραμμή explicación a διάμετρος Arist.Pr.910b20.

Greek (Liddell-Scott)

διχάμετρος: -ον, πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ διάμετρος, Ἀριστ. Προβλ. 15. 2.

Russian (Dvoretsky)

διχάμετρος: размежевывающий надвое (слово, выдуманное для этимологического объяснения слова διάμετρος) Arst.