δολοπλανής

From LSJ

Μακάριος, ὅστις οὐσίαν καὶ νοῦν ἔχειFelix, qui mentem cum divitiis possidet → Glückselig, wer Vermögen und Vernunft besitzt

Menander, Monostichoi, 340
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δολοπλᾰνής Medium diacritics: δολοπλανής Low diacritics: δολοπλανής Capitals: ΔΟΛΟΠΛΑΝΗΣ
Transliteration A: doloplanḗs Transliteration B: doloplanēs Transliteration C: doloplanis Beta Code: doloplanh/s

English (LSJ)

δολοπλανές, treacherous, Nonn. D. 8.126.

Spanish (DGE)

(δολοπλᾰνής) -ές traicionero θεά de Apate, Nonn.D.8.126.

German (Pape)

[Seite 655] ές, durch Listen irreführend, täuschend; Nonn. D. 8, 126.

Greek (Liddell-Scott)

δολοπλᾰνής: -ές, δόλιος, πανοῦργος, ἄπιστος, διὰ δόλου πλανῶν, Νόνν. Δ. 8. 126.

Greek Monolingual

δολοπλανής, -ές (Α)
αυτός που πλανά τους άλλους χρησιμοποιώντας δόλο.