Τὸ δὴ τρέφον με τοῦτ' ἐγὼ λέγω θεόν → Denn ich bezeichne das, was mich ernährt, als Gott → Denn was mir Nahrung gibt, bezeichne ich als Gott
Full diacritics: δρίμαι | Medium diacritics: δρίμαι | Low diacritics: δρίμαι | Capitals: ΔΡΙΜΑΙ |
Transliteration A: drímai | Transliteration B: drimai | Transliteration C: drimai | Beta Code: dri/mai |
δρίμαι: ψῦχος, Ἡσύχ. (Ἡ συνήθεια ὀνομάζει δρίμες καὶ δρίματα τὰς πέντε πρώτας ἡμέρας τοῦ Αὐγούστου, καθ’ ἃς αἱ γυναῖκες δὲν πλύνουσι).