δυσεντέριον
From LSJ
εἰ γάρ κεν καὶ σμικρὸν ἐπὶ σμικρῷ καταθεῖο καὶ θαμὰ τοῦτ᾽ ἔρδοις, τάχα κεν μέγα καὶ τὸ γένοιτο → for if you add only a little to a little and do this often, soon that little will become great (Hesiod W&D, 361-362)
English (LSJ)
τό, late form of δυσεντερία, Act.Ap.28.8, Moeris 129.
Spanish (DGE)
-ου, τό
medic. disentería, Act.Ap.28.8, καλοῦσι δὲ δ. τηνεσμὸν οἱ ἐξ Ἱπποκράτους Eutecnius Al.Par.74.20, cf. Moer.δ 34.
German (Pape)
[Seite 679] τό, sp. Form für δυσεντερία, VLL.; s. Lob. Phryn. 518.
Greek (Liddell-Scott)
δυσεντέριον: τό, μεταγ. τύπος τοῦ δυσεντερία, Μοῖρ. σ. 129.
Chinese
原文音譯:dusenter⋯a 低士-恩帖里阿
詞類次數:名詞(1)
原文字根:病-在內
字義溯源:痢疾;由(δυσ)*=難)與(ἐντός)=裏面)組成;而 (ἐντός)出自(ἐν / ἐμμέσῳ / ἐννόμως)*=在,入)
出現次數:總共(1);徒(1)
譯字彙編:
1) 痢疾(1) 徒28:8