εΰβροχος

From LSJ

ἐάν μή διδάξητε περί ἀρετὴς τούς τό ἀργύριον κλέψαντας, οὐ ταξόμεθα οἱ ὁπλῖται → if you don't teach those who have stolen money a lesson on moral virtue, we, the hoplites, will not line up

Source

Greek Monolingual

ἐΰβροχος, -ον (Α)
(για κυνηγετικό δίχτυ) αυτός που έχει πολλούς και στερεούς βρόχους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + βρόχος.