εκατοστάρι

From LSJ

Ψεύδει γὰρ ἡ ‘πίνοια τὴν γνώμην → A second thought proves one's first thought false

Sophocles, Antigone, 389

Greek Monolingual

και κατοστάρι, το
1. το νόμισμα τών εκατό δραχμών, το εκατοστάρικο
2. βάρος εκατό δραμιών
3. ποσότητα υγρού εκατό δραμίων καθώς και το δοχείο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση αυτής της ποσότητας, το κατοσταράκι.