εκτύπωμα

From LSJ

ταυτὶ γὰρ συκοφαντεῖσθαι τὸν Ἕκτορα ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου → that is a false charge brought against Hector by Homer

Source

Greek Monolingual

το (AM ἐκτύπωμα)
έκτυπη εικόνα, ομοίωμα ή σχήμα όμοια με ανάγλυφο
μσν.
1. αποτύπωμα
2. έκφραση
αρχ.
(προκειμένου για φως)
ανάκλαση, αντανάκλαση.