εναρκτήριος

From LSJ

οὐδέν γε πλὴν ἢ τὸ πέος ἐν τῇ δεξιᾷ → nothing, except for my penis in my right hand | nothing, except what I have in my right hand

Source

Greek Monolingual

-α, -ο
αυτός που γίνεται, που εκτελείται ή χρησιμεύει στην έναρξηεναρκτήριος λόγος, μάθημα»).