οὐδέπω κακῶν κρηπὶς ὕπεστιν → we have not yet got to the bottom of misery
-η, -ο (AM ἐπίλεκτος, -ον) επιλέγωεκλεκτός, διαλεχτόςμσν.εκείνος που γίνεται με φροντίδααρχ.(για στρατιώτες) α) αυτός που κατατάχθηκε μετά από επιλογήβ) έκτακτος.