εὐλογητὸς εἶ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν → blessed are You, o Christ Our God
οτεχνίτης που κατασκευάζει έπιπλα, ειδικός στην επιπλουργία.[ΕΤΥΜΟΛ. < έπιπλο(ν) + -ποιός < ποιώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στον Όθωνα Φωστηρόπουλο].