ευρύτιμος

From LSJ

Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit

Menander, Monostichoi, 479

Greek Monolingual

εὐρύτιμος, -ον (Α)
αυτός που τιμάται παντού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ- + -τιμος (< τιμή), πρβλ. ερίτιμος, ομότιμος].