Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ευχετήριος

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἔδει γυναῖκα κατὰ πολλοὺς τρόπους → Nullam esse decuit feminam multis modis → Kein Leben steht der Frau aus vielen Gründen zu

Menander, Monostichoi, 198

Greek Monolingual

-α, -ο εύχομαι
1. ευχητήριος, ευχετικός, αυτός που αναφέρεται στην ευχή, με τον οποίο εκφράζεται ευχή
2. το ουδ. ως ουσ. το ευχετήριο
γραπτή έκφραση ευχής.