μὴ πιστεύσητε τοῖς ἀμαθεστέροις ὑμῶν αὐτῶν → do not believe those who are more ignorant than you yourselves
opt. pf.2 de *εἴδω.
optat. zu οἶδα.
εἰδείην: pf. opt. к *εἴδω.
εἰδείην: εἰδέναι, ἴδε τὸ ῥῆμα εἴδω Β.
εἰδείην: ευκτ. του οἶδα, απαρ. εἰδέναι, βλ. *εἴδω Β.