εὐνοητικῶς
From LSJ
Ὑπὸ γὰρ λόγων ὁ νοῦς μετεωρίζεται ἐπαίρεταί τ' ἄνθρωπος → Borne up by words, the mind soars aloft, and we reach the heights (Aristophanes, Birds 1447f.)
German (Pape)
[Seite 1083] wohlwollend, διακεῖσθαι πρός τινα Stob. ecl. eth. p. 204.
Greek (Liddell-Scott)
εὐνοητικῶς: Ἐπίρρ. εὐμενῶς, Στοβ. Ἐκλογ. 2. 204.