ζωέμπορος

From LSJ

λιμῷ ὅσαπερ ὄψῳ διαχρῆσθε → hunger is a good sauce, hunger is the best pickle, hunger is the best sauce, hunger is the best seasoning, hunger is the best spice

Source

Greek Monolingual

ο
έμπορος ζώων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζω(ο)- (ΙΙ) + έμπορος. Η λ. μαρτυρείται από το 1876 στην εφημερίδα Ασμοδαίος].