ημικατάκλιση

From LSJ

Ἡ δ' ἐμὴ ψυχὴ πάλαι τέθνηκεν, ὥστε τοῖς θανοῦσιν ὠφελεῖν → My soul died long ago so that I could give some help to the dead

Sophocles, Antigone, 559-60

Greek Monolingual

η
(γυμναστ.) εδραία θέση με τεντωμένα τελείως τα δύο σκέλη πάνω στο έδαφος ή πάνω σε όργανο χωρίς όμως ο κορμός να εγγίζει το έδαφος.