χρόνῳ μὲν ἀγρεῖ Πριάμου πόλιν ἅδε κέλευθος → in time this expedition will capture the city of Priam
θῡμοκτόνος: -ον, ἀποκτείνων τὴν ψυχήν, Ἐκκλ.
θυμοκτόνος, -ον (Α)αυτός που σκοτώνει την ψυχή, αυτός που φθείρει την ψυχή.[ΕΤΥΜΟΛ. < θυμο- + -κτόνος (< κτείνω), πρβλ. βροτο-κτόνος, θηρο-κτόνος.